Ελληνικά
Perspective

Η προδοσία της απεργίας των Ελλήνων δασκάλων

Μια σύσκεψη των τοπικών προέδρων του σωματείου δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα, ΟΛΜΕ, κατάφερε το τελειωτικό πισώπλατο χτύπημα την Πέμπτη, ματαιώνοντας σκόπιμα μια προγραμματισμένη σειρά απεργιών κατά τη διάρκεια των εθνικών προπανεπιστημιακών Πανελλήνιων εξετάσεων.

Με αυτή την πράξη, η συνδικαλιστική γραφειοκρατία έχει καταφέρει ένα σοβαρό πλήγμα σε ολόκληρη την ελληνική εργατική τάξη και έχει ενισχύσει τις κυβερνητικές και κρατικές δυνάμεις καθώς επιβάλλουν ακόμη πιο στυγνά μέτρα λιτότητας. Οι συνένοχοι στην ΟΛΜΕ περιλαμβάνουν τις κύριες συνδικαλιστικές ομοσπονδίες και το ψευτο-αριστερό κόμμα της αντιπολίτευσης, ΣΥΡΙΖΑ.

Οι Έλληνες δάσκαλοι είχαν ψηφίσει επανειλημμένα και συντριπτικά (με περισσότερους από 90 τοις εκατό να είναι υπέρ) να αντισταθούν σε μια δίωρη αύξηση στο εβδομαδιαίο ωράριο και αναγκαστικές μεταθέσεις σε άλλα δευτεροβάθμια σχολεία ξεκινώντας απεργιακή δράση στις 17 Μαΐου. Η αποφασιστική στάση των δασκάλων είχε σαν σκοπό  την αντίσταση σε σχέδια διάλυσης του δημόσιου συστήματος εκπαίδευσης με το κλείσιμο σχολείων και πανεπιστημίων και την κατάργηση 10.000 διδακτικών θέσεων εργασίας, μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου για την εξάλειψη 150.000 θέσεων εργασίας στον δημόσιο τομέα.

Η κυβέρνηση αντέδρασε βγάζοντας διαταγή πολιτικής επιστράτευσης ενάντια σε περισσότερους από 88.000 δάσκαλους. Από τότε που άρχισε η επιβολή μέτρων λιτότητας στην Ελλάδα το 2008, τέτοιες διαταγές έχουν χρησιμοποιηθεί με αυξανόμενη συχνότητα για να κάνουν παράνομες τις απεργιακές κινητοποιήσεις, παρόλο που το ίδιο το ελληνικό σύνταγμα αναφέρει ότι η εργασία δεν μπορεί ποτέ να είναι καταναγκαστική. Η διαταγή επιβάλλει στρατιωτική πειθαρχία στους εργαζόμενους, φαινομενικά για να «εξασφαλίσει την εθνική άμυνα σε καιρό πολέμου και την αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης,» με την απειλή μαζικών απολύσεων, συλλήψεων και ποινών φυλάκισης.

Αυτή είναι η τρίτη φορά που μια τέτοια διαταγή έχει χρησιμοποιηθεί ενάντια σε εργαζόμενους αυτό τον χρόνο. Χρησιμοποιήθηκε τον Ιανουάριο για να καταστείλει βίαια την απεργία των εργαζόμενων στο μετρό της Αθήνας και κατόπιν επεκτάθηκε για να χρησιμοποιηθεί ενάντια σε 2.500 εργαζόμενους στους σιδηρόδρομους και τα τραμ που κατέβηκαν σε απεργία σε ένδειξη αλληλεγγύης.

Η ενέργεια της κυβέρνησης ενάντια στους δάσκαλους προκάλεσε αποφασιστική αντίσταση.  Οι τοπικοί σύλλογοι των δασκάλων ψήφισαν να μην υποταχτούν στις διαταγές και να απεργήσουν, με το ομαδικό κάψιμο των εγγράφων της διαταγής πολιτικής επιστράτευσης. Σε μια διαδήλωση αρκετών χιλιάδων στην Αθήνα εμφανίστηκαν δάσκαλοι ντυμένοι με στρατιωτικές στολές αγγαρείας για να υποδηλωθεί η επιστροφή σε συνθήκες που συνδέονται με τη στρατιωτική χούντα του 1967-1974.

Δημόσια, οι ηγέτες της ΟΛΜΕ φάνηκαν να επιδιώκουν με τη στάση τους την συμπαράσταση από τις κύριες ομοσπονδίες των σωματείων για απεργία. Αλλά αυτό ήταν πολιτικό θέατρο από την ΟΛΜΕ, που ποτέ δεν σκόπευε να προχωρήσει σε απεργία. Ο πρόεδρος της, Νίκος Παπαχρήστος, υποστηρικτής του κυβερνώντος κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, είχε ήδη διακηρύξει ότι αν επιβάλονταν πολιτικές επιστρατεύσεις, το οποίο ήξερε ότι θα συνέβαινε, «θα επιστρέψουμε στα σχολεία με τα κεφάλια ψηλά.»  

Μια τυπική έκκληση για μια 48ωρη γενική απεργία την Πέμπτη και την Παρασκευή που θα συνέπιπτε με τις εξετάσεις έγινε προς την ομοσπονδία των σωματείων των δημοσίων υπαλλήλων (ΑΔΕΔΥ). Η έκκληση απορρίφθηκε. Η ΑΔΕΔΥ διακήρυξε την αντίθεση της  στην παρεμπόδιση των εξετάσεων – σαν να ήταν αυτό το ζήτημα σε συνθήκες όπου η κυβέρνηση απειλούσε μαζικές συλλήψεις και απολύσεις. Σαν υποκατάστατο πρόσφερε μια απεργία την Τρίτη και μια τετράωρη στάση εργασίας  μαζί με την ΓΣΕΕ, την ομοσπονδία σωματείων του ιδιωτικού τομέα, την Πέμπτη.

Η 24ωρη γενική απεργία της Τρίτης δεν έγινε πραγματικά, με λίγα μόνο σχολεία και νοσοκομεία κλειστά. Μια διαδήλωση που οργανώθηκε από την ΑΔΕΔΥ εκείνο το απόγευμα συγκέντρωσε λιγότερα από 300 άτομα με την εμφάνιση δασκάλων που καταδίκασαν τον ηγέτη της ΑΔΕΔΥ Αντώνη Αντωνάκο σαν απεργοσπάστη.

Περιφερειακά συνέδρια της ΟΛΜΕ ψήφισαν μαζικά με 95 τοις εκατό για απεργιακή δράση. Στο μεταξύ, οι ηγέτες της ΑΔΕΔΥ βρίσκονταν σε διαπραγματεύσεις με τη Νέα Δημοκρατία για τον τρόπο που θα ματαιώσουν τη σχεδιασμένη απεργία.

Την Τετάρτη, μετά από συνάντηση με τα κύρια κυβερνητικά κόμματα, τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ, ο Παπαχρήστος της ΟΛΜΕ ανακοίνωσε ότι θα ανακαλέσει την απεργία εάν η κυβέρνηση απέσυρε τις διαταγές για πολιτική επιστράτευση.

Ακόμη και αυτός ο όρος εγκαταλείφθηκε. Σε μια 12ωρη σύσκεψη την Πέμπτη των τοπικών προέδρων  της ΟΛΜΕ και των τοπικών σωματείων των δασκάλων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (ΕΛΜΕ), ο Παπαχρήστος ζήτησε από τους συναθροισμένους γραφειοκράτες να ψηφίσουν εάν ενόμιζαν ότι υπήρχε αρκετή κοινωνική συμπαράσταση για να στηρίξει μια απεργία. Μόνο 18 ψήφισαν ότι υπήρχαν συνθήκες για μια απεργία, εννιά ψήφισαν εναντίον, και 57 ψήφισαν λευκό. Η απεργία ματαιώθηκε επίσημα. 

Καθόλη τη διάρκεια των γεγονότων που οδηγούσαν σε αυτή την προδοσία, ο ΣΥΡΙΖΑ έπαιξε τον κεντρικό πολιτικό ρόλο στην αντίθεση σε κάθε σύγκρουση με την κυβέρνηση. Ο Παπαχρήστος ήταν σε διαπραγματεύσεις με τον ηγέτη του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα, από τον οποίο προήλθε η πρόταση για εγκατάλειψη της απεργίας με τον μοναδικό όρο να αποσυρθούν οι διαταγές επιστράτευσης.

Ο Τσίπρας προειδοποίησε την άρχουσα ελίτ ότι η προσφυγή της σε δικτατορικές εξουσίες διακινδύνευε την πρόκληση της μαζικής αντίστασης της εργατικής τάξης.  «Οι αλλεπάλληλες καταστάσεις έκτακτης ανάγκης δεν οδηγούν στην έννομη τάξη, αλλά μάλλον στην κατάρευση της,» είπε, προσφέροντας τις δικές του υπηρεσίες καθώς και των συμμάχων του στα συνδικάτα για να αποτρέψει αυτό το ενδεχόμενο.

Σε ομιλία στον Σύνδεσμο Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) τη Δευτέρα, απεύθυνε έκκληση για συνεργασία ανάμεσα στους εργοδότες και τα σωματεία για την κατάρτιση μιας νέας Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας  σαν τη μόνη βάση για τη διάσωση της Ελλάδας. Ο πρόεδρος του ΣΕΒ Δημήτρης Δασκαλόπουλος απάντησε ότι «ο ριζοσπαστισμός του ΣΥΡΙΖΑ είναι χρήσιμος και ευπρόσδεκτος,» εφόσον η Ελλάδα χρειάζεται ριζοσπαστικές λύσεις.

Όσα έχουν συμβεί την περασμένη εβδομάδα είναι μια προειδοποίηση προς όλους τους εργαζόμενους παντού για το ανέφικτο της διεξαγωγής μιας αποτελεσματικής πάλης ενάντια στις περικοπές, τα κλεισίματα, την απώλεια θέσεων εργασίας και την εντατικοποίηση κάτω από την ηγεσία των εξίσου διεφθαρμένων συνδικαλιστικών ηγετών και των ψευτο-αριστερών κομμάτων στις δικές τους χώρες.

Ο ρόλος της ΓΣΕΕ, της ΑΔΕΔΥ και της ΟΛΜΕ παίζεται από το DGB και τα συνδεδεμένα με αυτό συνδικάτα στη Γερμανία, το TUC στη Βρετανία, το UGT και το CC.OO στην Ισπανία, και το AFL-CIO στις Ηνωμένες Πολιτείες – διαφορετικά ακρωνύμια, η ίδια αδιάσπαστη σειρά από προδοσίες. Όσο για τις ψευτο-αριστερές ομάδες παντού, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το κύριο μοντέλο τους και η πολιτική τους έμπνευση. Βλέπουν τις εκλογικές του επιτυχίες και εκείνες του Αριστερού Κόμματος στη Γερμανία, που κερδήθηκαν με τη ρητορεία τους ενάντια στη λιτότητα ενώ προωθούν προωθούν πολιτικές υπέρ του καπιταλισμού, σαν απόδειξη ότι μπορούν και αυτοί να επιδιώκουν την εξασφάλιση θέσεων μέσα στον κρατικό μηχανισμό σαν πολιτικοί υπηρέτες της αστικής τάξης.

Η συνεχιζόμενη κατάπνιξη της εργατικής τάξης από αυτές τις ιδιοτελείς μικροαστικές δυνάμεις εγείρει πολύ σοβαρούς κινδύνους.

Σε όλη την Ευρώπη, η άρχουσα τάξη στρέφεται όλο και πιο ανοικτά σε αυταρχικές μορφές διακυβέρνησης, όπως το πρόσφατο λόκαουτ που επιβλήθηκε σε 70.000 δάσκαλους από τη Δανική κυβέρνηση. Η εργατική τάξη έχει εμπλακεί τώρα σε μια πολιτική πάλη ενάντια στο κράτος και το καπιταλιστικό σύστημα που αυτό υπερασπίζεται. Η αντίσταση ενάντια στην άρχουσα τάξη σημαίνει επομένως τη ρήξη με τα συνδικάτα και τους συμμάχους τους στις ψευτο-αριστερές ομάδες και το χτίσιμο μιας νέας σοσιαλιστικής ηγεσίας. Σημαίνει την ανάπτυξη ενός μαζικού πολιτικού και κοινωνικού κινήματος που θα βάλει ένα τέλος στις καπιταλιστικές κυβερνήσεις της Ευρώπης και θα σχηματίσει εργατικές κυβερνήσεις μέσα στις Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης.

18 Μαΐου 2013

Loading