Ελληνικά

Πρωτομαγιά 2016: Εισαγωγική ομιλία του Ντέιβιντ Νορθ

Η ακόλουθη ομιλία δόθηκε από τον Ντέιβιντ Νορθ, πρόεδρο της Διεθνούς Συντακτικής Επιτροπής του WSWS και εθνικό πρόεδρο του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ισότητας (ΗΠΑ), προς το Διεθνές Διαδικτυακό Συλλαλητήριο της Πρωτομαγιάς που έγινε την 1 Μαΐου, 2016.

Σύντροφοι και φίλοι, 

Επιτρέψτε μου να αρχίσω τοποθετώντας αυτή τη συνάντηση, και, οπωσδήποτε, τα γεγονότα τα οποία βιώνουμε, μέσα σε ένα συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο.

Πριν από εικοσιπέντε χρόνια, η Διεθνής Επιτροπή της Τέταρτης Διεθνούς δημοσίευσε ένα Πρωτομαγιάτικο Μανιφέστο αμέσως μετά τον Πρώτο Πόλεμο του Κόλπου τον Φεβρουάριο-Μάρτιο του 1991, το οποίο ανέφερε:

«Η ισορροπία του ιμπεριαλισμού μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η οποία έδωσε την πολιτική βάση για την τεράστια παγκόσμια εξάπλωση του καπιταλισμού, έχει καταρρεύσει. Δεν μπορεί να αποκατασταθεί ειρηνικά, επειδή οι σχέσεις ανάμεσα σε όλα τα συστατικά στοιχεία που αποτελούσαν την παλιά ισορροπία, έχουν μεταμορφωθεί. Δεν πρόκειται για τις υποκειμενικές επιθυμίες μεμονωμένων ηγετών αστικών κρατών, αλλά για τις αντικειμενικές συνέπειες οικονομικών και κοινωνικών αντιφάσεων, που είναι πέρα από τον έλεγχο τους.

«Στο επίκεντρο της ανισορροπίας του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού βρίσκεται η κρίση στις Ηνωμένες Πολιτείες...

«Μέσα στα πλαίσια της όλο και χειρότερης κοινωνικής κρίσης και τις δυνητικά επαναστατικές της συνέπειες, η προσπάθεια των Ηνωμένων Πολιτειών να αποκαταστήσουν τη θέση της παγκόσμιας κυριαρχίας τους αποτελεί τον μοναδικό πλέον εκρηκτικό παράγοντα στην παγκόσμια πολιτική... Η αυξανόμενη απερισκεψία και επιθετικότητα του αμερικανικού ιμπεριαλισμού εκπροσωπεί, σε τελευταία ανάλυση, μια απόπειρα να αντισταθμίσει και αντιστρέψει την οικονομική του παρακμή μέσα από τη χρήση στρατιωτικής ισχύος – το μόνο πεδίο στο οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες ασκούν ακόμη αναμφισβήτητη κυριαρχία.»

Η ανάλυση της Διεθνούς Επιτροπής για τη βαθύτερη ιστορική σημασία του πολέμου αντέκρουε τις συμβατικές αντιλήψεις της εποχής. Τα μέσα ενημέρωσης και, βέβαια, οι ακαδημαϊκοί ειδικοί των διεθνών σχέσεων, δέχθηκαν χωρίς ενδοιασμούς τους ισχυρισμούς της αμερικανικής κυβέρνησης ότι η εισβολή στο Ιράκ ήταν μια νόμιμη και αναγκαία αντίδραση στην προσάρτηση του Κουβέιτ τον Αύγουστο 1990, σε παράβαση του διεθνούς δικαίου, από τον Σαντάμ Χουσεΐν, τον πρόεδρο του Ιράκ.

Αλλά οι αντικειμενικές εμπειρίες των τελευταίων εικοσιπέντε ετών έχουν δικαιώσει την ανάλυση της Διεθνούς Επιτροπής. Η εισβολή στο Ιράκ σήμανε την αρχή αυτού που σήμερα είναι εικοσιπέντε χρόνια ατελείωτου πόλεμου. Στη δεκαετία του 1990, τον πρώτο πόλεμο κατά του Ιράκ ακολούθησαν αμερικανικές εισβολές στην Αϊτή και τη Σομαλία. Πύραυλοι κρουζ χρησιμοποιήθηκαν ενάντια στο Σουδάν. Με το ένα ή το άλλο πρόσχημα το Ιράκ υποβλήθηκε σε επανειλημμένους βομβαρδισμούς.

Η δεκαετία έκλεισε με τον υπό αμερικανική ηγεσία πόλεμο κατά της Σερβίας, στον οποίο η μικρή βαλκανική χώρα υποβλήθηκε επί 78 ημέρες σε βομβιστική εκστρατεία. Αυτό δικαιολογήθηκε – πάλι με τη σχεδόν ομόφωνη συγκατάθεση της απέραντα ευκολόπιστης ακαδημαϊκής κοινότητας – σαν μια ανθρωπιστική αντίδραση στην «εθνοκάθαρση.» Η αποδοχή της Σερβίας, τον Ιούνιο 1999, των όρων που επέβαλε το ΝΑΤΟ, ολοκλήρωσε τον κατακερματισμό της Γιουγκοσλαβίας σε επτά υπερχρεωμένα κράτη υπό την κυριαρχία του αμερικανικού και ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού.

Όπως είναι τώρα ξεκάθαρο, οι στρατιωτικές επιχειρήσεις της δεκαετίας του 1990 ήταν οι αρχικές δονήσεις που προανήγγειλαν το ξέσπασμα της ιμπεριαλιστικής βίας μετά τα γεγονότα της 11 Σεπτεμβρίου 2001. Πλησιάζουμε τώρα τη δέκατη πέμπτη επέτειο του χωρίς τέλος «Πόλεμου κατά της Τρομοκρατίας.» Ποιό είναι το πολιτικό και ηθικό ισοζύγιο των τελευταίων δεκαπέντε ετών; Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν διεξάγει πολέμους ενάντια στο Ιράκ, το Αφγανιστάν, τη Λιβύη, τη Συρία και την Υεμένη. Ο συνολικός αριθμός των νεκρών και τραυματιών σε αυτές τις χώρες ανέρχεται σε εκατομμύρια.

Οι ηγέτες του αμερικανικού ιμπεριαλισμού μπορούν δίκαια να κατηγορηθούν για κοινωνιοκτονία – την εγκληματική καταστροφή ολόκληρων κοινωνιών. Πώς, θα πρέπει να αναρωτηθεί κανείς, θα συνέλθουν οι χώρες που βρέθηκαν στο στόχαστρο του αμερικανικού ιμπεριαλισμού από τον όλεθρο που έχουν υποστεί; Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια έχουν φέρει σε κοινή χρήση λέξεις και φράσεις όπως «παράδοση,» «εικονικός πνιγμός,» «επίθεση μη επανδρωμένου αεροσκάφους» και «στοχευμένη δολοφονία.»

Στο Λευκό Οίκο, όπου ο πρόεδρος Αβραάμ Λίνκολν συνέταξε τη Διακήρυξη Χειραφέτησης, ο σημερινός κάτοικος στη Λεωφόρο Πενσυλβανίας 1600 έχει εβδομαδιαίες συσκέψεις με τους συμβούλους του για να εξετάσει τις αποκαλούμενες «λίστες δολοφονιών.» Ο Λίνκολν έβαλε την υπογραφή του σε ένα έγγραφο που καταδίκασε τη δουλεία. Ο Μπαράκ Ομπάμα υπογράφει κάθε βδομάδα χαρτιά που καταδικάζουν άτομα σε εξωδικαστικές εκτελέσεις. Κατά ειρωνεία της τύχης, ο Ομπάμα και ο Λίνκολν εκπαιδεύτηκαν και οι δυο τους ως δικηγόροι. Αλλά η αντίθεση ανάμεσα στη στάση αυτών του δύο προέδρων προς τις συνταγματικές αρχές και την αξία της ανθρώπινης ζωής αντικατοπτρίζει την ιστορική τροχιά του αμερικανικού κράτους, από το δημοκρατικό απόγειο του υπό τον Λίνκολν στο ιμπεριαλιστικό ναδίρ του υπό τον Ομπάμα.

Οι πόλεμοι για ένα τέταρτο του αιώνα είχαν τη μορφή μιας σειράς περιφερειακών επεμβάσεων, στη Μέση Ανατολή, τα Βαλκάνια και την Κεντρική Ασία. Οι σχεδιαστές στρατηγικής του αμερικανικού ιμπεριαλισμού είχαν την πεποίθηση ότι η τεράστια στρατιωτική ισχύς που είχαν στη διάθεση τους θα εξασφάλιζε, χωρίς μεγάλη δυσκολία, τη «Νέα Παγκόσμια Τάξη» που ανακήρυξε ο πρώτος πρόεδρος Μπους το 1991. Ήταν πεπεισμένοι ότι η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης είχε εξαλείψει το μόνο σημαντικό εμπόδιο στην αδιαφιλονίκητη ηγεμονία του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. «Η ισχύς φέρνει αποτέλεσμα,» διακήρυξε η Γουόλ Στριτ Τζόρναλ αμέσως μετά τον πρώτο Πόλεμο του Κόλπου.

Αλλά ο δρόμος προς την παγκόσμια κυριαρχία ήταν, όπως φάνηκε στη συνέχεια, στρωμένος με απρόβλεπτες δυσκολίες. Οι εισβολές στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ, παρά τις αρχικές στρατιωτικές επιτυχίες, έχουν πυροδοτήσει αυξανόμενη αντίσταση. Και στις δύο χώρες οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν βρεθεί σε ένα αδιέξοδο από το οποίο δεν μπορούν να απεμπλακούν.

Αλλά η υποχώρηση είναι αδύνατη για τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Ισχυρές αντικειμενικές δυνάμεις και συμφέροντα παρασύρουν τις Ηνωμένες Πολιτείες προς όλο και πιο εκτεταμένη – και παράτολμη – στρατιωτική κλιμάκωση. Πρώτα και κύρια, η οικονομική κρίση – ιδιαίτερα μετά το οικονομικό κραχ του 2008 – έχει γίνει πιο έντονη. Επιπλέον, το διεθνές γεωπολιτικό περιβάλλον γίνεται όλο και πιο δυσμενές.

Η γρήγορη ανάπτυξη της Κίνας σαν οικονομική και στρατιωτική δύναμη θεωρείται από τις Ηνωμένες Πολιτείες σαν μια μεγάλη απειλή στην κυρίαρχη παγκόσμια θέση της. Από τη σκοπιά των σχεδιαστών στρατηγικής στην Ουάσινγκτον δεν είναι μόνο μια άμεση απειλή στην αμερικανική κυριαρχία στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού. Φοβούνται επίσης ότι η Κίνα – λόγω των αυξανόμενων οικονομικών δεσμών της με τους μακρόχρονους αλλά αναξιόπιστους ευρωπαίους συμμάχους της Αμερικής – μπορεί να προωθήσει με επιτυχία μια παγκόσμια αναπροσαρμογή οικονομικών και στρατιωτικών δυνάμεων δυσμενή για τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η αμερικανική «στροφή στην Ασία» - για την οποία οι σύντροφοι μας στη Σρι Λάνκα και την Αυστραλία θα σας μιλήσουν αργότερα – επιδιώκει ταυτόχρονα να συγκρατήσει την ανάπτυξη της κινεζικής επιρροής στην Ασία-Ειρηνικό και, εφόσον είναι αναγκαίο, να στερήσει στην Κίνα την πρόσβαση στις θαλάσσιες οδούς του Ειρηνικού και του Ινδικού Ωκεανού πάνω στις οποίες βασίζεται η οικονομία της. Αυτή είναι η αιτία των αυξανόμενων εντάσεων στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας.

Ωστόσο, η «στροφή» της Ασίας-Ειρηνικού δεν είναι αρκετή για να εξασφαλίσει την παγκόσμια ηγεμονία της Αμερικής. Ένα σημαντικό τμήμα των σχεδιαστών στρατηγικής στο Πεντάγωνο και τη CIA πιστεύει ότι η στρατηγική απομόνωση της Κίνας απαιτεί όχι μόνο τον αμερικανικό έλεγχο των περιοχών της Ασίας-Ειρηνικού και του Ινδικού Ωκεανού. Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει επίσης να κυριαρχήσουν στην Ευρασία, η οποία χαρακτηρίζεται στα εγχειρίδια της διεθνούς γεωπολιτικής σαν η «παγκόσμια νήσος.» Αυτός είναι ο στρατηγικός στόχος που βρίσκεται στη βάση της αυξανόμενης σύγκρουσης ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Ρωσία.

Οι διεθνείς σχέσεις έχουν φθάσει ένα επίπεδο έντασης που είναι ίσο, εάν δεν το έχουν ήδη υπερβεί, με αυτό που υπήρχε στο τέλος της δεκαετίας του 1930 την παραμονή του Δεύτερου Παγκόσμιου Πόλεμου. Όλες οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις – συμπεριλαμβανόμενων της Γερμανίας και της Ιαπωνίας – αυξάνουν τις στρατιωτικές δυνάμεις τους. Ήδη αναγνωρίζεται ότι μια σύγκρουση ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες, την Κίνα και τη Ρωσία θα συνεπαγόταν τη χρήση πυρηνικών όπλων. Θα ήταν το πιο σοβαρό σφάλμα να υποθέσουμε ότι ούτε οι πολιτικοί και στρατιωτικοί ηγέτες των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, ούτε οι τρομαγμένοι αντίπαλοι τους στο Πεκίνο και τη Μόσχα, θα διακινδύνευαν ποτέ τις καταστροφικές συνέπειες του πυρηνικού πολέμου.

Όπως προειδοποίησε πρόσφατα μια ιμπεριαλιστική δεξαμενή σκέψης σε πρόσφατο δημοσίευμα, «δεν είναι δυνατό να υπάρχει εμπιστοσύνη ότι οι άνθρωποι θα ενεργήσουν λογικά – ακόμη και σύμφωνα με τα δικά τους κριτήρια.» Το δημοσίευμα έχει τον τίτλο Αναθεωρώντας τον Αρμαγεδδώνα: Σχεδιασμός Σεναρίων στη Δεύτερη Πυρηνική Εποχή. Παρά το γεγονός ότι υπάρχει πλήρης επίγνωση πως όλες οι μεγάλες δυνάμεις έχουν στην κατοχή τους αρκετά πυρηνικά όπλα για να καταστρέψουν η μια την άλλη πολλές φορές, οι συγγραφείς του δημοσιεύματος συμπεραίνουν: «[Η] λεπτή ισορροπία του τρόμου που διατηρείται με το αμοιβαίο φόβητρο ενδέχεται να είναι περισσότερο εύθραυστη από όσο γενικά νομίζεται.» [1]

Ο κίνδυνος πολέμου προκύπτει από δύο βασικά και αλληλένδετα στοιχεία του καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος: πρώτον, η ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής από μονοπωλιακές επιχειρήσεις και τη χρηματοπιστωτική ολιγαρχία που πασχίζουν να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη· και, δεύτερον, οι αναπόφευκτες συγκρούσεις που πηγάζουν από την αντικειμενική πραγματικότητα μιας αλληλένδετης παγκόσμιας οικονομίας και τη συνεχιζόμενη ύπαρξη του συστήματος εθνικών κρατών.

Ακριβώς πριν από 100 χρόνια, το 1916, καταμεσής του Πρώτου Παγκόσμιου Πόλεμου, ο Λένιν – ο μελλοντικός ηγέτης της Ρωσικής Επανάστασης – έγραψε τη σπουδαία πραγματεία του για τον ιμπεριαλισμό.

Αντίθετα από τους αντιμαρξιστές ρεφορμιστές όπως ο Καρλ Κάουτσκι, που εξέταζε τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο από μια υποκειμενική οπτική γωνία – δηλαδή, σαν απλά το αποτέλεσμα λανθασμένων πολιτικών που εφάρμοζε η κυβερνώσα ελίτ – ο Λενιν επέμενε ότι ο ιμπεριαλισμός αντιπροσώπευε ένα αντικειμενικό στάδιο στην εξέλιξη του καπιταλισμού. «Ο ιμπεριαλισμός,» έγραψε, «είναι η εποχή του χρηματοπιστωτικού κεφάλαιου και των μονοπωλίων, που εισάγουν παντού τον αγώνα για κυριαρχία, όχι για ελευθερία.» [2] Η διολίσθηση προς τη δικτατορία, εξήγησε ο Λένιν, προέκυπτε αμετάκλητα από την όξυνση των ιμπεριαλιστικών αντιφάσεων. «Η διαφορά ανάμεσα στη δημοκρατική και την αντιδραστική-μοναρχική ιμπεριαλιστική αστική τάξη εξαφανίζεται,» έγραψε. «Η πολιτική αντίδραση σε όλο το πολιτικό φάσμα είναι ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα του ιμπεριαλισμού. Διαφθορά, δωροδοκία σε τεράστια κλίμακα και κάθε μορφή απάτης.» [3]

Η ανάλυση του Λένιν δεν σταμάτησε με την απόδειξη ότι ο πόλεμος προέκυπτε μέσα από τις αντικειμενικές αντιφάσεις του καπιταλισμού. Απέδειξε επίσης ότι οι ίδιες αντιφάσεις που προκαλούσαν τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο ριζοσπαστικοποιούσαν την εργατική τάξη και την έσπρωχναν προς τον δρόμο της σοσιαλιστικής επανάστασης.

Από αυτή την επιστημονική κατανόηση πηγάζει η αναγκαία στρατηγική της πάλης ενάντια στον πόλεμο. Η αντιπολεμική στρατηγική της εργατικής τάξης δεν ξεκινά από τους συμβατικούς υπολογισμούς της αστικής γεωπολιτικής, που είναι βασισμένοι στην εκτίμηση της ισορροπίας δυνάμεων ανάμεσα στα εθνικά κράτη. Ξεκινάμε, αντίθετα, από μια εκτίμηση της ισορροπίας δυνάμεων ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις. Ο αγώνας ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο εξαρτάται από την πολιτική κινητοποίηση της εργατικής τάξης. Το σοσιαλιστικό κίνημα είναι συνεπώς αυτό που έχει την ευθύνη να εκπαιδεύσει και να εξυψώσει την πολιτική συνείδηση της εργατικής τάξης ώστε να μπορέσει να διεξάγει πόλεμο ενάντια στον πόλεμο.

Το πρόγραμμα πάνω στο οποίο είναι βασισμένο αυτός ο αγώνας πρέπει να είναι αντικαπιταλιστικό και σοσιαλιστικό. Ο πόλεμος δεν μπορεί να σταματήσει δίχως να τεθεί τέλος στο οικονομικό σύστημα – τον καπιταλισμό – που παράγει την στρατιωτική σύγκρουση. Και, τέλος, η πάλη ενάντια στον πόλεμο πρέπει να είναι διεθνής, ενώνοντας την εργατική τάξη και τους νέους σε όλες τις χώρες ενάντια στην καπιταλιστική εκμετάλλευση και τον ιμπεριαλιστικό μιλιταρισμό.

Υπάρχουν πολλά σημάδια που υποδηλώνουν μια αυξανόμενη αντικαπιταλιστική πολιτική ριζοσπαστικοποίηση της εργατικής τάξης και της νεολαίας ανά τον κόσμο. Ίσως το πιο σημαντικό από αυτά είναι το γεγονός πως εκατομμύρια Αμερικάνοι εργαζόμενοι, στην πρόσφατη σειρά προκαταρκτικών εκλογών, ψήφισαν για έναν υποψήφιο ο οποίος αυτοαποκαλείται σοσιαλιστής. Βέβαια, ο «σοσιαλισμός» του Μπέρνι Σάντερς δεν είναι τίποτα παραπάνω από ξαναζεσταμένο φιλελευθερισμό. Όμως, ο Σάντερς προσέλκυσε υποστήριξη όχι λόγω του πολιτικού του οπορτουνισμού, αλλά επειδή οι εργαζόμενοι είχαν την εντύπωση πως προωθούσε, σύμφωνα με τα δικά του λόγια, μια «πολιτική επανάσταση» ενάντια στην κοινωνική ανισότητα. Το βασικό αφήγημα της αμερικανικής πολιτικής μοναδικότητας – ότι η εργατική τάξη στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα στραφεί ποτέ προς τον σοσιαλισμό – έχει διαψευσθεί στην πράξη. Ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία της αμερικανικής ταξικής πάλης αρχίζει. Ο σοσιαλισμός, καταπνιγμένος για τόσο πολύ χρόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες, εισέρχεται σε μια περίοδο εκρηκτικής ανάπτυξης.

Είναι ακριβώς τη στιγμή όπου οι αντιφάσεις που περιζώνουν τον παγκόσμια ενοποιημένο καπιταλισμό αποκτούν εξαιρετική ένταση που η τάξη των καπιταλιστών, πασχίζοντας να επιστρατεύσει τις μάζες για την υποστήριξη του ιμπεριαλιστικού πόλεμου, προσπαθεί με όλες της τις δυνάμεις να υποκινήσει μια εθνικιστική φρενίτιδα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Τραμπ προτείνει να «κάνει πάλι μεγάλη την Αμερική» χτίζοντας ένα τείχος κατά μήκος των συνόρων των Ηνωμένων Πολιτειών και χρησιμοποιώντας απεριόριστη στρατιωτική ισχύ ενάντια στους εχθρούς της, ξένους και εγχώριους (ιδιαίτερα τους μετανάστες). Σχεδιάζει να αποκαταστήσει την οικονομική ευρωστία της Αμερικής με ισχυρότερα σύνορα και μεγαλύτερες βόμβες. Στην πραγματικότητα, το όραμα «Φρούριο Αμερική» του Τραμπ είναι ένας δυστοπικός εφιάλτης που μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με δικτατορία και πόλεμο.

Ο «Τραμπισμός» δεν είναι καθόλου ένα μεμονωμένο, αποκλειστικά αμερικανικό, φαινόμενο. Υπάρχουν πολλοί Τραμπ που βρίσκονται παντού σε όλο τον κόσμο. Ένα κοινό γνώρισμα της σύγχρονης καπιταλιστικής πολιτικής είναι η αναζωπύρωση του εθνικισμού στην πιο σωβινιστική του μορφή. Η άνοδος του UKIP και η εκστρατεία του Μπρέξιτ στη Βρετανία, οι εκλογικές επιτυχίες της Μαρί Λε Πεν στη Γαλλια, η νίκη του υπερ-σωβινιστικού Κόμματος της Ελευθερίας στον πρώτο γύρο των αυστριακών προεδρικών εκλογών, εκφράζουν μια απελπισμένη προσπάθεια να βρεθεί ένα εθνικιστικό καταφύγιο από τις αντιφάσεις του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού. Αλλά τέτοιο καταφύγιο δεν υπάρχει. Σε καμμία χώρα δεν μπορεί να δώσει ο εθνικισμός μια βιώσιμη εναλλακτική στον ιμπεριαλισμό και την καπιταλιστική καταπίεση.

Οι εμπειρίες των τελευταίων εικοσιπέντε ετών μας επιτρέπουν να εκτιμήσουμε τις συνέπειες του εθνικισμού. Ας εξετάσουμε τις τύχες των εθνών που προέκυψαν από την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Το ποσοστό ανεργίας των νέων στη Μακεδονία είναι 50 τοις εκατό. Στη Σλοβενία, η ανεργία των νέων είναι 24 τοις εκατό. Στην Κροατία, το 44 τοις εκατό των νέων είναι χωρίς δουλειά. Στο Μαυροβούνιο, η ανεργία των νέων ανέρχεται στο 41 τοις εκατό. Στη Βοσνία, το ποσοστό ανεργίας των νέων είναι πάνω από 57 τοις εκατό. Στη Σερβία, το 49 τοις εκατό των νέων είναι άνεργοι. Στο Κόσοβο, η ανεργία των νέων είναι πάνω από 60 τοις εκατό!

Πέρα από τις καταστροφικές συνέπειες των εθνικιστικών εγχειρημάτων, οι αντιδραστικές πολιτικές του εθνικού αυτονομισμού έχουν παίξει ένα βασικό ρόλο για να μπορέσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Γερμανία, η Βρετανία και η Γαλλία να εκμεταλλεύονται και να υποκινούν τον εθνικό, εθνοτικό και θρησκευτικό αυτονομισμό σαν ένα πρόσχημα για ιμπεριαλιστική επέμβαση, όπως έχει συμβεί στη Συρία και τη Λιβύη.

Η λύση στην κρίση του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού μπορεί να βρεθεί μόνο μέσα από την κινητοποίηση της εργατικής τάξης – σε όλες τις ηπείρους και σε όλες τις χώρες – σε μια διεθνώς ενοποιημένη πάλη ενάντια στον ιμπεριαλισμό.

Η συνεχής μάστιγα της εθνικής καταπίεσης με ιμπεριαλιστική στήριξη μπορεί να επιλυθεί μόνο μέσα από την ενοποίηση όλων των τμημάτων της εργατικής τάξης. Το ιστορικό έργο που αντιμετωπίζει η εργατική τάξη δεν είναι η ίδρυση νέων εθνικών κρατών, τραβηγμένων μέσα από τα πτώματα σε αποσύνθεση παλιότερων εθνικών εγχειρημάτων, αλλά η δημιουργία μιας ενοποιημένης και ενιαίας παγκόσμιας ομοσπονδίας σοσιαλιστικών δημοκρατιών. Η μόνη βιώσιμη εναλλακτική είναι αυτή που εκπονήθηκε από τον Λέων Τρότσκι στη θεωρία του της διαρκούς επανάστασης. Έγραψε το 1928:

«Η ολοκλήρωση της σοσιαλιστικής επανάστασης μέσα σε εθνικά όρια είναι αδιανόητη. Μια από τις βασικές αιτίες για την κρίση στην αστική κοινωνία είναι το γεγονός ότι οι παραγωγικές δυνάμεις που η ίδια δημιούργησε δεν μπορούν πλέον να εναρμονιστούν μέσα στο πλαίσιο του εθνικού κράτους. Αυτό φέρνει σαν αποτέλεσμα από τη μια ιμπεριαλιστικούς πολέμους και από την άλλη την ουτοπία των αστικών Ενωμένων Πολιτειών της Ευρώπης. Η σοσιαλιστική επανάσταση αρχίζει στο εθνικό πεδίο, εκτυλίσσεται στο διεθνές πεδίο, και ολοκληρώνεται στο παγκόσμιο πεδίο. Έτσι, η σοσιαλιστική επανάσταση γίνεται μια διαρκής επανάσταση με μια νεώτερη και ευρύτερη σημασία της λέξης· φθάνει στην ολοκλήρωση μόνο με την τελική νίκη της νέας κοινωνίας πάνω σε ολόκληρο τον πλανήτη μας.» [4]

Συνοψίζοντας, ο σκοπός του σημερινού συλλαλητήριου είναι να απευθύνουμε ένα ξεκάθαρο κάλεσμα για την ανάπτυξη ενός μαζικού κινήματος των εργαζόμενων και της νεολαίας ενάντια στον πόλεμο. Αυτό το επείγον καθήκον συνδέεται αδιαχώριστα με το χτίσιμο της Τέταρτης Διεθνούς ως το Παγκόσμιο Κόμμα της Σοσιαλιστικής Επανάστασης. Προτρέπουμε όλους εσάς που συμμετέχετε να ακούσετε προσεκτικά τους ομιλητές, και, εάν συμφωνείτε με την προοπτική και το πρόγραμμα που εκθέτουν, να προσχωρήσετε στο τμήμα της Διεθνούς Επιτροπής της Τέταρτης Διεθνούς που δρα στη χώρα σας. Εάν δεν υπάρχει ακόμη ένα τέτοιο κόμμα, ξεκινήστε τον αγώνα να χτίσετε ένα νέο τμήμα του παγκόσμιου τροτσκιστικού κινήματος στη χώρα σας, και γίνετε ένας συνειδητός συμμέτοχος στην πάλη ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και για το σοσιαλισμό, που επάνω τους εξαρτάται το μέλλον της ανθρωπότητας.

Υποσημειώσεις:

[1] Andrew F. Krepinevich και Jacob Kohn, Αναθεωρώντας τον Αρμαγεδδώνα: Σχεδιασμός Σεναρίων στη Δεύτερη Πυρηνική Εποχή (Κέντρο Στρατηγικών και Δημοσιονομικών Αξιολογήσεων, 2016), σελ. 14-15

[2] Άπαντα Λένιν, Τόμος 22 (Μόσχα, 1974), σελ. 297

[3] Άπαντα Λένιν, Τόμος 23 (Μόσχα, 1974), σελ.106

[4] Η Διαρκής Επανάσταση, 1928

2 Μαΐου 2016

Loading